Σελίδες

Τετάρτη 22 Απριλίου 2020

“Οι ειδικοί για πρώτη φορά μπαίνουν μπροστά ...ας μην είναι και η τελευταία”




             Οι άνθρωποι μπορούν να διαμορφώνουν και να διατυπώνουν θεωρίες σχετικά με τα πράγματα που τους απασχολούν στηριζόμενοι σε όσα έχουν ζήσει, όσα τους έχουν μεταφερθεί από τις προηγούμενες γενιές, από τον τύπο, έντυπο ή ηλεκτρονικό, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και άλλες πηγές. Σαφώς και αυτό είναι ταυτόχρονα και υποχρέωσή τους αλλά και δικαίωμά τους, αλλά και πως αλλιώς θα μπορούσε να συμβαίνει για την διαμόρφωση των απόψεών τους πάνω σε διάφορα ζητήματα. Εκείνο όμως, το οποίο θα λέγαμε ότι είναι μεμπτό είναι το να τοποθετούνται χωρίς επιφυλάξεις επί παντός επιστητού αλλά κυρίως να προσαρμόζουν την συμπεριφορά τους ανάλογα με την προσωπική και μόνο αντίληψη που έχουν διαμορφώσει για τα πράγματα. Για παράδειγμα πολλοί συμπολίτες μας αντέδρασαν κατά το δοκούν απέναντι στον κίνδυνο του κορονοϊού, δηλώνοντας ότι δεν αισθάνονται φόβο και μη πειθαρχώντας στις συστάσεις, πριν γίνει φυσικά η απαγόρευση.

Οι θεωρίες, ωστόσο αυτές, στις οποίες αναφέρθηκα παραπάνω, δεν είναι οργανωμένες καθώς επίσης δεν έχουν επαληθευθεί, διότι «Θεωρία αποτελεί το σύνολο των προτάσεων, των υποθέσεων, των αρχών και των ιδεών που είναι οργανωμένες σε ένα λογικό σύστημα, το οποίο περιγράφει ή και ερμηνεύει ένα φαινόμενο, γεγονός ή τρόπο δράσης» (Μπαμπινιώτης, 2008). Κάθε επιστήμη έχει θεωρητικό υπόβαθρο για τη στήριξη της μεθοδολογίας  εφαρμογής της, καθώς επίσης οι επιστημονικές θεωρίες είναι τυπικές και επίσημες, στη βάση ευρημάτων και θεωρητικών αναζητήσεων που οργανώνονται συστηματικά, ενώ επίσης μέσω της έρευνας υπόκεινται σε έλεγχο και άλλοτε επαληθεύονται ή απορρίπτονται.

Σε αντιδιαστολή με την συμπεριφορά των ανθρώπων η οποία περιγράφηκε πιο πάνω και η οποία ως ένα βαθμό είναι κατανοητή, θα έπρεπε να βρίσκεται η συμπεριφορά της πολιτικής εξουσίας. Με αυτό εννοώ ότι η πολιτική εξουσία, που κατέχει και την νομοθετική δυνατότητα η οποία έχει ευρεία και σε βάθος επίδραση στην υπόσταση των πολιτών, θα έπρεπε να είναι χίλιες φορές πιο προσεκτική στις ενέργειές της και να ενεργεί έχοντας απόλυτα εμπεριστατωμένες προτάσεις ως προς τους στόχους που θέτει, ως προς την επιστημονική ορθότητα και την κοινωνική αποστολή τους. Δυστυχώς όμως είμαστε συνηθισμένοι να βλέπουμε από την πλευρά των κυβερνώντων  αδιαφορία για την επιστήμη και την ειδική γνώση και πολλές φορές επιλεκτική χρήση τους, ακόμα και καθοδήγησή τους για λόγους συμφερόντων. 

Γι’ αυτό στην προκειμένη περίπτωση, της πανδημίας του κορονοϊού, μας ξένισε αρχικά και μας εντυπωσίασε στη συνέχεια αυτή η συμπεριφορά από την πλευρά της κυβέρνησης. Το αυτονόητο μας κατέπληξε. Όλη η πολιτική και η ρητορική της πολιτικής ηγεσίας στηρίζεται στους ειδικούς. Δημιουργήθηκαν ερωτήματα ως προς το φαινόμενο της μεταστροφής αυτής. Όμως μπορούσε να γίνει διαφορετικά για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση σε ανύπαρκτες υποδομές; Πως μπορούσε να διαχειριστεί αυτή η κατάσταση με αστήρικτο και σε συνθήκες συνεχούς συρρίκνωσης για χρόνια πολλά δημόσιο σύστημα υγείας; Μπήκαν λοιπόν μπροστά οι ειδικοί και οι εργαζόμενοι της πρώτης γραμμής για να διαχειριστούν την ήττα των κυβερνώντων όχι μόνο των τωρινών αλλά και προηγούμενων. Σε μια κατάσταση θυματοποίησης η κυβέρνηση, άμοιρη ευθυνών, ας μου επιτραπεί η έκφραση, πέταξε το «μπαλάκι» αλλού. Πολλοί θεωρήσαμε ότι άλλαξε η νοοτροπία και χαρήκαμε. Η αποδοχή όμως και η εξύψωση του συστήματος υγείας δεν σημαίνει και αλλαγή της στάσης τους απέναντι στο κράτος πρόνοιας, απλά είναι μια μορφή τακτικισμού.

Πράγματι είναι σπουδαίο το να στηρίζει κάποιος την τακτική του στην επιστημονική γνώση, προσδίδει κύρος, εγκυρότητα, αίσθημα δικαίου στις αποφάσεις που αφορούν τους πολίτες. Αναρωτιέμαι όμως αυτό που ζήσαμε και ζούμε, δηλαδή να προτάσσεται η επιστημονική γνώση, δεν θα έπρεπε να αφορά και άλλους θεσμούς εθνικής σημασίας της πολιτείας; Επί παραδείγματι την Παιδεία;

Η εκπαίδευση εμπερικλείει θέματα που αναφέρονται στη διοικητική οργάνωση, στη διαμόρφωση των εκπαιδευτικών θεσμών, στα προγράμματα σπουδών, στον εκπαιδευτικό σχεδιασμό κ.α. Η εκπαίδευση, με τη στενή της σημασία και όπως αυτή χρησιμοποιείται σήμερα στην επιστήμη της παιδαγωγικής, σημαίνει τη συστηματική και την οργανωμένη διαδικασία της αγωγής και της μάθησης, που αφενός προγραμματίζεται από την πολιτεία, αφετέρου υλοποιείται από τους αντίστοιχους φορείς. Επειδή όμως η εκπαίδευση είναι ένα δημόσιο αγαθό, γι' αυτό την εποπτεία και την ευθύνη για την υλοποίησή της την έχει, και οφείλει να την έχει, εξολοκλήρου η Πολιτεία, ενώ αρμόδιο για το Ελληνικό Εκπαιδευτικό σύστημα είναι το υπουργείο παιδείας που σχεδιάζει και υλοποιεί την εκπαιδευτική πολιτική.

Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά που παρατηρείται εξετάζοντας διαχρονικά την πορεία του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος είναι η μεγάλη επίδραση που δέχτηκε λόγω των εκάστοτε πολιτικών εναλλαγών και διαφορών ιδεολογικών. Η επίδραση αυτή μεταφράστηκε σε πολιτικές, όπου το πολιτικό στοιχείο, αλλά με την έννοια ουσιαστικά του κομματικού, προτασσόταν έναντι του εθνικού, και ουσιαστικά η εκπαιδευτική πολιτική ήταν κομματική κι όχι εθνική, ενώ ήταν τόσο έντονη αυτή νοοτροπία της πολιτικής για την εκπαίδευση, ώστε μπορεί να χαρακτηριστεί ακόμα και υπουργική.

Ενώ όλα τα παραπάνω αποτελούν γνώση που έρχεται από το παρελθόν ουδόλως αυτή αξιοποιήθηκε. Δυστυχώς αυτό συνεχίζουμε να ζούμε και σήμερα. Για άλλη μια φορά το υπουργείο παιδείας και μάλιστα εν μέσω ιδιαίτερων συνθηκών καταθέτει σχέδιο νόμου χωρίς κοινωνικές και επιστημονικές συναινέσεις. Προηγήθηκε όπως και στον κλάδο της υγείας η χρησιμοποίηση του προσωπικού της εκπαίδευσης για να λειτουργήσει η εξΑΕ με ότι μέσα διέθετε το σύστημα αλλά και ο καθένας ξεχωριστά, ώστε να φαίνεται ότι όλα δουλεύουν όπως πρέπει και να μην χρεωθεί η κυβέρνηση την δυσαρέσκεια της κοινωνίας και την ήττα της και σε αυτό το πεδίο. 

Παροδική ήταν λοιπόν η μεταστροφή αυτή και το βιώνουμε με τον πιο άσχημο και προσβλητικό τρόπο αυτές τις ώρες εμείς οι εκπαιδευτικοί και η εκπαίδευση ολόκληρη.

Δεν είναι λογικό λοιπόν να δημιουργούνται αμφιβολίες για τις προθέσεις του υπουργείου, για την δημοκρατικότητα των διαδικασιών λήψης αποφάσεων αλλά και για την επιστημονικότητα των αλλαγών όταν ήδη έχουν εκφραστεί με επιστημονικές τοποθετήσεις που δεν συμπίπτουν με τα όσα προαναγγέλθηκαν, τόσο ακαδημαϊκοί δάσκαλοι αλλά και εκπαιδευτικοί, ως επιστήμονες και επαγγελματίες;

ΓΙΑΤΙ ΔΕΝ ΤΟΥΣ ΑΚΟΥΤΕ;

ΜΕΧΡΙ ΕΔΩ ΗΤΑΝ Η ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ ΣΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ;;;;;


Βιβλιογραφικές Αναφορές
Feldman, R. (2011). Εξελικτική ψυχολογία δια βίου ανάπτυξη. Αθήνα: Gutenberg.

Μαυρογιώργος, Γ. (1999). Η εκπαιδευτική μονάδα ως φορέας διαμόρφωσης και άσκησης εκπαιδευτικής πολιτικής. Στους Α. Αθανασούλα – Ρέππα, Μ. Κουτούζη, Γ. Μαυρογιώργο, Β. Νιτσοπούλου & Δ. Χαλκιώτη. Διοίκηση εκπαιδευτικών μονάδων (Τομος Α΄): Εκπαιδευτική διοίκηση και πολιτική. (σς. 115-160). Πάτρα: ΕΑΠ.

Ξωχέλλης, Π. (c2015). Εισαγωγή στην Παιδαγωγική: θεμελιώδη προβλήματα της Παιδαγωγικής Επιστήμης. Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη.

Σταμέλος, Γ. (2007). Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Στο Ξωχέλλης Π. Λεξικό της Παιδαγωγικής. Θεσσαλονίκη: Αφοί Κυριακίδη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου